γλυκονικό οξύ

γλυκονικό οξύ
Προϊόν οξείδωσης της γλυκόζης, του τύπου CH2OH (CHOH)4COOH. Είναι γνωστό μόνο σε διαλύματα, από τα οποία απομονώνεται η λακτόνη του, κρυσταλλικό σώμα με σημείο τήξης 130-135°C. Το άλας του με ασβέστιο χρησιμοποιείται στη θεραπευτική και τα φωσφορικά του παράγωγα είναι ενδιάμεσα προϊόντα του κύκλου των φωσφορικών πεντοζών.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • μέλι — Ρευστή σακχαρώδης ουσία με ιδιαίτερο άρωμα. Προέρχεται από το νέκταρ των ανθέων, το οποίο απορροφούν οι μέλισσες και αποθηκεύουν στον πρόλοβό τους. Το νέκταρ είναι ένας γλυκός χυμός που εκκρίνεται από ειδικούς αδένες των ανθέων και αποτελείται… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”